Το καλάθι αγορών είναι άδειο!
Οι πρώτοι παραγωγοί μολυβιών καταγράφηκαν στην αυτοκρατορική πόλη της Νυρεμβέργης, γύρω στα 1660. Διάφοροι τεχνίτες ίδρυσαν καταστήματα στα γύρω χωριά, και ειδικότερα στο Stein, μέσα στην κομητεία του Ansbach. Εδώ, οι τεχνίτες δεν υπόκειντο στους ίδιους αυστηρούς ελέγχους όπως στην Νυρεμβέργη και έτσι είχαν ένα πιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Ένας από αυτούς ήταν ο επιπλοποιός Kaspar Faber. Στην αρχή δούλεψε για τοπικούς εμπόρους, αλλά στον ελεύθερό του χρόνο παρήγαγε μολύβια για ιδία χρήση. Σύντομα έγινε τόσο επιτυχημένος που μπόρεσε να ξεκινήσει την δική του επιχείρηση. Από αυτό το ταπεινό ξεκίνημα, αναπτύχθηκε η εταιρία που έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο.
Μετά τον θάνατο του Kaspar ο γιός του Anton ανέλαβε την επιχείρηση, που ήδη λειτουργούσε με επιτυχία. Απέκτησε μια λωρίδα γης στις παρυφές του Stein, με ένα εργαστήριο που μέσα σε λίγα χρόνια το μετέτρεψε σε ένα επιτυχημένο εργοστάσιο. Σε αυτήν την τοποθεσία διατηρούνται μέχρι σήμερα τα κεντρικά γραφεία της εταιρίας. Στην ηλικία των 51 ο Anton Wilhelm παρέδωσε στον μοναχογιό του Georg Leonhard την επιχείρηση που είχε καθιερωθεί ως εργοστάσιο μολυβιών, ενώ η επωνυμία της σχηματίζεται μέχρι τώρα με τα δικά του αρχικά.
Ο Georg Leonhard συνέχισε να λειτουργεί την εταιρία στους δύσκολους καιρούς, πολιτικά και οικονομικά, αλλά στάθηκε ανίκανος να αποτρέψει την πτώση της. Συνέχιζε την παραγωγή των μολυβιών του με συμβατικές μεθόδους, παρόλο που μία νέα διαδικασία κατασκευής είχε ήδη ανακαλυφθεί στην Γαλλία. Δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τα «εξαίρετα Αγγλικά μολύβια» από τον υψηλής ποιότητας γραφίτη του Cumberland.
Όμως συνειδητοποίησε ότι μια εμπειρία στο εξωτερικό ήταν καθοριστική για το μέλλον της εταιρίας και έτσι έστειλε τα παιδιά του Lothar και Johann εκεί. Και ήταν το Λονδίνο και το Παρίσι, οι προοδευτικές εκείνες πόλεις που βοήθησαν τον μεγαλύτερο γιο του, Lothar να αναπτύξει τις ιδέες του και μέσα σε λίγα χρόνια να φτάσει το εργοστάσιο του Stein στο επίπεδο μιας διεθνών προδιαγραφών εταιρίας.
Ο 22 χρόνος Lothar Faber επέστρεψε πίσω μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1839. Έχοντας μεγάλη θέληση, ακολούθησε έναν φιλόδοξο στόχο: «να φθάσει την κορυφή προσφέροντας ό,τι καλύτερο παγκοσμίως». Εκσυγχρόνισε το εργοστάσιο παραγωγής και εξασφάλισε πρώτης ποιότητας πρώτη ύλη από ένα ορυχείο γραφίτη στην Σιβηρία.
Δημιούργησε ένα κατάστημα υψηλότατων προδιαγραφών, ανάλογο των προϊόντων του, με έμφαση στην εξαιρετική παρουσίασή τους. Τα προϊόντα έφεραν την σφραγίδα “A.W. Faber” – και έτσι εμφανίστηκαν τα πρώτα επώνυμα προϊόντα γραφής.
Αναλαμβάνοντας την επιχείρηση, ο Lothar, δεν έχασε χρόνο για να εκσυγχρονίσει την παραγωγή. Έφτιαξε καινούρια κτίρια, πιο ευάερα και ευήλια, με πιο υγιεινές συνθήκες εργασίας και για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των εργαζομένων. Η εργασία διαχωριζόταν σαφώς κατά φύλο: η βαριά χειρωνακτική εργασία όπως η επεξεργασία του πηλού, του γραφίτη και του ξύλου αναλαμβανόταν από άνδρες, ενώ το γυάλισμα, τη σφράγιση και το πακετάρισμα των μολυβιών προς αποστολή το αναλάμβαναν αποκλειστικά οι γυναίκες Η εικόνα δείχνει το γραφίτη να επικολλάται σε λωρίδες ξύλου.
Ο Lothar Faber είχε επίγνωση των κοινωνικών προβλημάτων που προέκυπταν από την εκβιομηχάνιση. Συνεπώς από νωρίς καθιέρωσε θεσμούς που στην συνέχεια έγιναν πρότυπα, όπως το πρόγραμμα ασφάλειας υγείας των εργαζομένων – το πιο παλιό στην Βαυαρία.
Πέντε χρόνια αργότερα, ίδρυσε αποταμιευτική τράπεζα για το προσωπικό του, στη συνέχεια κατάρτισε συνταξιοδοτικό πρόγραμμα και ένα “καταναλωτικό club”, απ’ όπου το προσωπικό θα μπορούσε να προμηθεύεται είδη διατροφής σε λογικές τιμές. Έχτισε πολυκατοικίες, που ήταν ιδιαίτερα άνετες για τα δεδομένα της εποχής, για να μπορούν οι εργαζόμενοι να απολαμβάνουν υψηλού επιπέδου ποιότητα ζωής.
Η εκπαίδευση ήταν ένα αγαθό μεγάλης σημασίας για τον Lothar. Για να προστατεύσει τα μικρά παιδιά από τις "επικίνδυνες επιρροές", υποστήριξε οικονομικά την δημιουργία νηπιαγωγείου στο Stein που άνοιξε στις 13 Αυγούστου 1851 - με τον τίτλο "ίδρυμα για την προστασία των παιδιών". Έκανε δωρεές σε σχολεία και σε άλλους εκπαιδευτικούς φορείς, συμπεριλαμβανομένης και μιας βιβλιοθήκης για το προσωπικό του που περιλάμβανε "χρήσιμα και εκπαιδευτικά βιβλία".
Ο Lothar Faber εξασφάλισε ένα καθοριστικό πλεονέκτημα στην αγορά όταν απέκτησε αποκλειστικά δικαιώματα εξόρυξης σε ένα ορυχείο γραφίτη στην Σιβηρία το 1856. Ένας Γάλλος χρυσοθήρας είχε ανακαλύψει το απόθεμα και προσφέρθηκε να συνεργαστεί με την A.W.Faber, που τώρα έχει γίνει μια γνωστή εταιρία. Οι σβώλοι από γραφίτη έπρεπε να μεταφέρονταν με τάρανδο μέσα από αφιλόξενο έδαφος από τα βουνά Sayan, 200 μίλια δυτικά του Ιρκούτσκ, μετά με πλοίο από τον ποταμό Amur στην ανατολική ακτή και από κει κατά μήκος του δυτικού Ειρηνικού και του Ινδικού ωκεανού στον Ατλαντικό και στο Αμβούργο. Ήταν ένα εγχείρημα που άξιζε τον κόπο και τα «Σιβηρικά μολύβια», που επικαλύπτονταν από ποιοτικό ξύλο από την Φλώριντα, πωλούνταν σε όλο τον κόσμο.
Η εταιρία A.W. Faber γιόρτασε την 100η της επέτειο το 1861. Έως τότε είχε 250 εργαζόμενους και έλεγχε ένα σημαντικό μερίδιο της αγοράς. Ο πάντα εφευρετικός Lothar Faber, έψαχνε ευκαιρίες για να επεκτείνει την εταιρία του και βρήκε ένα λατομείο σχιστόλιθου 12 χιλιόμετρα δυτικά της πόλης Hof στην βόρεια Βαυαρία. Σε αυτό το εκατοστό έτος από τη λειτουργία της εταιρείας ίδρυσε ένα εργοστάσιο στο χωριό Geroldsgrün για την παραγωγή σχολικών αβακίων γραφής, προσφέροντας εργασία σε πολλούς ανθρώπους. Από εκεί αργότερα ξεκίνησε και η παραγωγή των παγκοσμίως γνωστών λογαριθμικών κανόνων της A.W. Faber.
Το εμπόριο ήταν εξαιρετικά δύσκολο κατά την διάρκεια του Αμερικανικού εμφυλίου πολέμου (1861-1865). Έτσι λοιπόν η A.W. Faber, για να μπορέσει να παράγει μολύβια για την αγορά της Βόρειας Αμερικής, ίδρυσε ένα εργοστάσιο στο Brooklyn με επικεφαλής τον αδερφό του Lothar Faber, τον Eberhard. Αυτό στη συνέχεια διέκοψε τους δεσμούς του με τη μητρική εταιρία και έγινε μια ανεξάρτητη εταιρία με την επωνυμία Eberhard Faber Company.
Με τα χρόνια, ο Lothar Faber τιμήθηκε με πολλά μετάλλια και βραβεία σε αναγνώριση των ξεχωριστών κοινωνικού και οικονομικού χαρακτήρα υπηρεσιών που προσέφερε στην κοινωνία. Το 1862, ο βασιλιάς Μαξιμιλιανός ο Β΄ της Βαυαρίας του απένειμε τίτλο ευγενείας εφ' όρου ζωής, και 3 χρόνια αργότερα τον όρισε σύμβουλο του Βαυαρικού θρόνου. Ο Γάλλος αυτοκράτορας Ναπολέων ο Γ’ έστειλε μια επιτροπή στο Stein το 1867 για να επιθεωρήσει τις εγκαταστάσεις που συνέβαλαν στην ευημερία των εργαζομένων της επιχείρησης, που θεωρούνταν υποδειγματικές. Οι απεσταλμένοι εντυπωσιάστηκαν τόσο πολύ, ώστε ο αυτοκράτορας όρισε τον Lothar von Faber ιππότη του Τάγματος των Λεγεώνων. Το 1881 του απονεμήθηκε τίτλος ευγενείας κληροδοτούμενος και στους απογόνους του.
Το 1870 το όνομα A.W. Faber καταχωρήθηκε επισήμως στα Αμερικάνικα Μητρώα Εταιριών, ως το πέμπτο όνομα στο πρώτο βιβλίο καταχωρήσεων. Με δεδομένο ότι οι τέσσερις προηγούμενες εταιρίες δεν υπάρχουν πλέον, η A.W. Faber γίνεται η παλαιότερη μάρκα στις ΗΠΑ.
Η εταιρία καταχωρήθηκε στη Ρωσία τον ίδιο χρόνο. Στην συνέχεια ακολούθησαν οι Μ. Βρετανία, Ιταλία, Γαλλία και Ισπανία.
Ο Lothar von Faber σφράγιζε τα υψηλής ποιότητας προϊόντα του με την επωνυμία της εταιρείας, σε μια περίοδο, που δεν ίσχυε αυτή η πρακτική. Σύντομα, όμως, πολλά μέτριας ποιότητας μολύβια εμφανίστηκαν στην αγορά με την επωνυμία A.W. Faber, και έτσι ο Lothar αναγκάστηκε να λάβει νομικά μέτρα εναντίον αυτών των φθηνών απομιμήσεων. Σαν βασιλικός σύμβουλος υπέβαλλε μια αίτηση για την εφαρμογή ενός νόμου που θα προστατεύει τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα της εταιρίας. Αυτός τέθηκε σε ισχύ το 1875.
Ο Lothar von Faber θεωρούσε πολύ σημαντικό τα προϊόντα του να παρουσιάζονται με εξαιρετικό τρόπο. Σχεδίαζε και εξόπλιζε τα εκθετήρια και τις βιτρίνες δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στη λεπτομέρεια, χωρίς να φείδεται κόστος ή προσπάθεια. Η κασετίνα παρουσίασης διέθετε συρτάρια με λεπτομερή διακόσμηση, με ένθετα μέρη και ανάγλυφες φιγούρες. Τα δύο διακοσμητικά χερουβίμ στις άκρες της κασετίνας ασχολούνταν με το γράψιμο και το ξύσιμο του μολυβιού.
Μετά την ίδρυση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας το 1871, τα Βερολίνο μετεξελίχθηκε σε μια σημαντική μεγαλούπολη. H A.W. Faber είχε επίσης παρουσία εκεί, εγκαινιάζοντας τα νέα κτίρια της επιχείρησης την «Ημέρα της Αυτοκρατορίας» το 1884, στην πολυτελή οδό Friedrichstrasse. Στο ισόγειο των νέων εγκαταστάσεων λειτουργούσε ένα πολυτελές κατάστημα, ενώ στους επάνω ορόφους στεγάζονταν η αποθήκη και τα γραφεία του διευθυντή και του προσωπικού. Το "σπίτι της Faber" είχε γίνει διάσημο, αλλά δυστυχώς καταστράφηκε στον βομβαρδισμό του Βερολίνου κατά την διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.